Η υπερβολική κατανάλωση γαλακτοκομικών προιόντων, και ειδικότερα γάλακτος, αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του προστάτη, σε σύγκριση με τη μέτρια κατανάλωση, σύμφωνα με νεότερα ερευνητικά στοιχεία. Από την άλλη, σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο American Journal of Clinical Nutrition, δε διαπιστώθηκε κάποια συσχέτιση μεταξύ του αυξημένου κινδύνου καρκίνου του προστάτη και της πρόσληψης ασβεστίου που δεν προέρχεται από γαλακτοκομικά προϊόντα, γεγονός που υποδηλώνει ότι ουσίες εκτός από το ασβέστιο παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση του καρκίνου.
«Τα ευρήματά μας ενισχύουν άλλα στοιχεία που αναγνωρίζουν τα γαλακτοκομικά προϊόντα ως συντελεστή κινδύνου για τον καρκίνο του προστάτη» επισήμανε ο Gary Fraser, κύριος ερευνητής της μελέτης και καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Loma Linda.
Ειδικότερα, όσοι άνδρες κατανάλωναν περίπου 430 γραμμάρια γαλακτοκομικών την ημέρα (1 ¾ φλιτζάνια γάλα) διέτρεχαν 25% αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης του καρκίνου του προστάτη, σε σύγκριση με τους άνδρες που κατανάλωναν μόνο 20,2 γραμμάρια γαλακτοκομικών την ημέρα (1/2 φλιτζάνι γάλα την εβδομάδα). Επιπλέον, η αύξηση ήταν ακόμα μεγαλύτερη στους άντρες με υπέρμετρη κατανάλωση, σε σύγκριση με τους άνδρες με μηδενική πρόσληψη γαλακτοκομικών στη διατροφή τους.
Η ερευνητική ομάδα ανέλυσε στοιχεία περίπου 28 χιλιάδων Αμερικανών, που δεν έπασχαν από καρκίνο στην αρχή της μελέτης και τους επόπτευαν για περίπου οκτώ χρόνια. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με τις διατροφικές τους συνήθειες, αλλά και τα υπόλοιπα προσωπικά τους στοιχεία, όπως το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη, τη σωματική δραστηριότητα, την κατανάλωση αλκοόλ. Μέσα σε αυτά τα οκτώ χρόνια, αναφέρθηκαν 1.254 νέες περιπτώσεις καρκίνου του προστάτη μεταξύ των συμμετεχόντων.
Ο δρ. Fraser τόνισε ότι τα αποτελέσματα είχαν ελάχιστη διαφοροποίηση ανάλογα με το αν τα προϊόντα ήταν με πλήρη λιπαρά ή με λιγότερα λιπαρά, ενώ αντίστοιχα δεν παρατηρήθηκαν επικίνδυνοι συσχετισμοί με το τυρί και το γιαούρτι. Επιπλέον, στην ανάλυσή τους διαχώρισαν την πρόσληψη ασβεστίου από φυτικές πηγές και από τα γαλακτοκομικά προϊόντα, μέσω ενός στατιστικού μοντέλου.
Ένας ακόμα παράγοντας που επισημαίνεται είναι πως η αύξηση του κινδύνου δεν συμβάδιζε με την αύξηση της κατανάλωσης ανά 50 γραμμάρια, δηλαδή ο κίνδυνος δεν αυξανόταν ιδιαίτερα με την αύξουσα κατανάλωση: «Το μεγαλύτερο μέρος της συνεχιζόμενης αύξησης του κινδύνου έχει παρέλθει από τη στιγμή που φτάνετε στα 150 γραμμάρια, περίπου δηλαδή στα δύο τρίτα ενός φλιτζανιού γάλα την ημέρα» σημειώνει ο δρ. Fraser.
Η σύνδεση αυτή του γάλακτος με την εμφάνιση του καρκίνου του προστάτη εξηγείται από τις ορμόνες, σύμφωνα με τον δρ. Fraser. Περίπου το 75% των αγελάδων είναι έγκυες, και ο καρκίνος του προστάτη είναι ένας καρκίνος που σχετίζεται με τις ορμόνες. Επιπλέον, προηγούμενες μελέτες έχουν συσχετίσει την πρόσληψη γαλακτοκομικών και άλλων ζωικών πρωτεϊνών με υψηλότερα επίπεδα στο αίμα μιας ορμόνης, του ινσουλινόμορφου αυξητικού παράγοντα-1 (IGF-1), ο οποίος θεωρείται ότι προάγει ορισμένους καρκίνους, συμπεριλαμβανομένου του προστάτη.
Παρόλα αυτά, ο δρ. Fraser θεωρεί ότι χρήζουν περαιτέρω μελέτες που θα διερευνούν τον τρόπο με τον οποίο η κατανάλωση γαλακτοκομικών θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτη. Συμβολεύει όσους έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του προστάτη ή άλλους παράγοντες κινδύνου να είναι “προσεκτικοί” με την κατανάλωση γάλακτος. Εν τέλει, σημειώνει ότι η μελέτη δεν αποδεικνύει ακόμη με βεβαιότητα ότι το γάλα προκαλεί καρκίνο του προστάτη.
ΠΗΓΗ: ygeiamou.gr