Όταν τον Σεπτέμβρη τον έχεις στο είναι σου ως μήνα του Φθινοπώρου, μόνο από συνήθεια του καλοκαιριού και τον έχεις πάντα στη σκέψη και στην καρδιά σου, ως προέκταση του καλοκαιριού, ο Οκτώβρης είναι ο μήνας που σε… ξεβολεύει κάπως από αυτή την κατάσταση.Ένας μήνας που βαδίζει αργά προς τον χειμώνα φορώντας κάθε μέρα κι ένα ρουχαλάκι. Αναπολεί όμως και το καλοκαίρι και τού κλέβει ήλιο και καμιά βόλτα στη θάλασσα. Οι ποιητές τον περπάτησαν λίγο ,μα τον αγάπησαν περισσότερο τρυφερά και λιγότερο παθιασμένα!Είναι άχαρη αυτή η διαδικασία μετά τις μέρες που ο ήλιος λάμπει, ξέρουμε όμως όλοι που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια και δεχόμαστε στωϊκά αυτή τη διαδικασία.
Κάθε Οκτώβρης, όπως κάθε εποχή, κάθε χρονολογία όσα κοινά και να έχουν πάντα διαφέρουν, ποτέ δεν είναι καρμπόν. Είναι ο δεύτερος Οκτώβρης εν μέσω πανδημίας αυτός που διανύουμε με όλα αυτά τα ανησυχητικά που δεν μας αφήνουν να ηρεμήσουμε, αλλά παράλληλα μας κρατάνε και σε μία εγρήγορση, χρήσιμη και απαραίτητη.
Θα το αντέξουμε κι αυτό; Όσο μπορούμε αντέχω. “Πολύ ρηχό φλιτζάνι το φως του Οκτωβρίου.Έχει ένα λάσκο η ατμόσφαιρα.Την πας πιο δω πιο κει ανάλογα πού θέλεις
κάτι να αραιώσει, κάτι να γίνει πιο πυκνό. Έχει η ατμόσφαιρα αυτό που λέμε λιγοστεύει, είτε πρόκειται για φως
για Θεό φθινοπώριασμα πίστηςγια υπόφωτο έρωταΕίν’ η ατμόσφαιρα διασκορπισμένο και σπασμένο
το μακρύ τραγούδι της συνέχειας:Τι απόγινε, τι απόγινες; Πάει αυτό πάει κι αυτότραγουδιστά αποκρίνεται η λακωνική εξαφάνιση.
Αργά αργά μυθιστορίζεσαι..”
Ο Νίκος Φωκάς στο ποίημά του ” Ο ωραίος μήνας Οχτώβρης” γράφει: “Τόση ευθυμία,τόση ηδονή χωρίς απόφαση, ανάμεσα στους ίσκιους που μεγαλώνουν για το τέλος
της γιορτής, για το τελικό σκοτάδι.Τόση παραφορά χωρίς εσένα ή και με σένα ΄θαρρείς πως θ’άλλαζε τη μοίρα μας αυτή η λιακάδα,ανάμεσα στην Κοραή και την Ομόνοια ΄
μα ερχόνταν απ’αλλού και πήγαιναν γι’αλλούτ’ακράτητα παιδιάκρατώντας μια σημαία μέσα στα χέρια.Τόσοι νεκροί χάσανε κιόλας από χτες τη σημασία τους,
τόσες γιορτές ΄ κι όμως σαν τίποτα να μην εχάθη,τίποτα σα να μην έχει πάλι εξήγηση ΄μα κι ίσωςνα μη χρειάζεται ΄ και μόνο ο κόσμοςαυτός να χρειάζεται ΄παιδιά,σημαίες, ο καστανός ο φίλος σου
το φως, τριανταφυλλί καπέλα, μα και πάλι ίσως και τούτα μια στιγμή να χρειάστηκαν μονάχα για μιαν ερωτική εξομολόγηση.”
Οι ποιητές λοιπόν τον Οκτώβρη τον αγάπησαν τρυφερά και όχι παθιασμένα, είναι μεταβατικός ο μήνας αυτός, προσπαθεί ίσως με λίγο ύπουλο τρόπο, να σε βάλει σε χειμερινό mood και να σε παραδώσει στον Νοέμβρη προετοιμασμένο για τον χειμώνα που θα έρθει. Είναι όμως ευαίσθητος και παραπονιάρης ο Οκτώβρης.
Φθινοπώριασε, ο άνεμος σε πήρε φθινοπώριασε; Ακριβώς έτσι. Ξεκινά με το παγωμένο αεράκι του ο Οκτώβρης για να σου ανοίξει αυτό το δρόμο με τον κόσμο που συνάντησες που έχασες, που χάθηκες, με τις εποχές που πέρασαν και τους ανθρώπους επίσης.
Ο αέρας θα αλλάξει το ίδιο και ο ουρανός, η νύχτα θα μεγαλώσει, η μέρα θα υποχωρεί συνεχώς, τα φύλλα ξερά θα πέφτουν από τα δέντρα όμως πάλι θα ψάξουμε και πάλι θα βρούμε να δαγκώσουμε τη μέρα και να στάξει μια σταγόνα πράσινο αίμα (παραφράζοντας τον Νομπελίστα ποιητή μας) και η ζωή θα συνεχίσει την πορεία της.
Αν και απαιτείται η φυσική μας παρουσία, σε ένα κόσμο που είναι μόνο νοητικές προβολές “Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουν αυτά, η ζωή ξέρει κι εγώ την εμπιστεύομαι”
Οκτώβρης λοιπόν, καλό μήνα σε όλους και σε όλες. Σας εύχομαι μόνο τα καλύτερα.
Σπύρος Πλέουρας